- Ταυρικῆς
- Ταυρικόςof oxenfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ταυρικῆς — ταυρικός of oxen fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταυρικαί — Ταυρικής masc nom/voc pl Ταυρικός of oxen fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταυρικοῦ — Ταυρικής masc gen sg Ταυρικός of oxen masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταυρικῇ — Ταυρικής masc dat sg (attic epic ionic) Ταυρικός of oxen fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταυρικήν — Ταυρικής masc acc sg (attic epic ionic) Ταυρικός of oxen fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταυρικῶν — Ταυρικής masc gen pl Ταυρικός of oxen fem gen pl Ταυρικός of oxen masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ταυρικά — Ταυρικά̱ , Ταυρικής masc nom/voc/acc dual Ταυρικής masc voc sg Ταυρικής masc nom sg (epic) Ταυρικός of oxen neut nom/voc/acc pl Ταυρικά̱ , Ταυρικός of oxen fem nom/voc/acc dual Ταυρικά̱ , Ταυρικός of oxen fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… … Dictionary of Greek
Τάφραι — Μεσόγειος χώρα της αρχαίας Ταυρικής. Oνομάζεται και Τάφρη. Οι Τ. βρίσκονταν στη θέση του σημερινού ισθμού του Περεκόπ. Ο λαός που κατοικούσε εκεί ονομαζόταν Σατορχαίοι και ήρθε πολλές φορές σε σύγκρουση με τους Σκύθες για να υπερασπίσει την… … Dictionary of Greek
Ταυρικάς — Ταυρικά̱ς , Ταυρικής masc acc pl Ταυρικά̱ς , Ταυρικής masc nom sg (epic doric aeolic) Ταυρικά̱ς , Ταυρικός of oxen fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)